Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2019

Ο παπουτσής και τα καλικαντζαράκια 

Μια φορά κι ένα καιρό, σε έναν τόπο μακρινό ζούσε ένας παπουτσής με την γυναίκα του. Οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά, και έπεσαν σε πολύ μεγάλη φτώχεια. Δεν του είχε μείνει τίποτε άλλο εκτός, από ένα κομμάτι δέρμα για να κάνει ένα ζευγάρι παπούτσια. Από βραδύς το έκοψε και το άφησε έτοιμο, για να το φτιάξει το πρωί παπουτσια.
Έτσι έκανε τον σταυρό του και έπεσε να κοιμηθεί. Το πρωί ξύπνησε, και πήγε στον πάγκο για να δουλέψει. Όμως τι να δει! Ένα ζευγάρι παπουτσια, από το δέρμα που είχε αφήσει, ήταν έτοιμο. Το πήρε στα χέρια του, και είδε τι καλοδουλεμένα ήταν!
Ένας πελάτης μπήκε, και μόλις είδε τα καλοδουλεμένα παπουτσια, τα αγόρασε αμέσως.
Ο παπουτσής με τα χρήματα αυτά, αγόρασε δέρμα για δυο ζευγάρια παπουτσια.
 Έκοψε από βραδύς το δέρμα, και έπεσε στο κρεβάτι του για να κοιμηθεί. Το πρωί σηκώθηκε πάλι, και πήγε στον πάγκο του να δουλέψει. Με έκπληξη είδε δυο ζευγάρια παπουτσια έτοιμα και καλοδουλεμένα. Σε λίγο μπήκαν πελάτες και αγόρασαν τα παπουτσια. Ο παπουτσής πήγε και αγόρασε δέρμα, για τέσσερα ζευγάρια παπουτσια.

Το πρωί της άλλης μέρας τα παπουτσια ήταν έτοιμα. Αυτό γινόταν για πολύ καιρό, και ο φτωχός παπουτσής, έγινε πλούσιος. Ένα βράδυ λίγο πριν τα Χριστουγεννα, αφού τελείωσε την δουλειά του, και ετοιμάστηκε να πάει να κοιμηθεί, λέει στην γυναίκα του.
-«Γυναίκα τι θα έλεγες, να μείνουμε ξύπνιοι απόψε, και να δούμε ποιος κάνει όλη αυτήν την δουλειά.» Η γυναίκα του συμφώνησε, και άναψε μια μικρή λάμπα για να βλέπουν, και μετά κρύφτηκαν σε μια γωνιά, και περίμεναν.
 Σαν χτύπησαν μεσάνυχτα, δυο μικρά, μικρά καλικαντζαράκια κάθισαν στον πάγκο, και άρχισαν να κόβουν, και να ράβουν, πολύ γρήγορα με τα μικρά τους δαχτυλάκια. Ο παπουτσής και η γυναίκα του, κοιτούσαν με ανοιχτό το στόμα! Μόλις τελείωσαν την δουλειά τους, έδωσαν μια και έφυγαν όπως είχαν έρθει!
 Το πρωί η γυναίκα λέει στον άντρα της.
«Αυτά τα δυο καλικαντζαράκια, μας έκαναν πλούσιους. Πρέπει και εμείς να δείξουμε την ευγνωμοσύνη μας. Είναι γυμνά, και θα κρυώσουν. Σκέφτομαι λοιπόν να τους ραψω, παντελονάκια, πουκαμισάκια, και γιλεκακια. Θα τους πλέξω και καλτσάκια, και εσυ να τους κανείς παπουτσάκια. Ο παπουτσής αμέσως στρώθηκε, με χαρά στην δουλειά, και το βράδυ όλα ήταν έτοιμα. 
 Στον πάγκο αυτήν την φορά, αντί δέρματα για παπουτσια, ήταν τα δωράκια τους. Κρύφτηκαν ο παπουτσής και η γυναίκα του πάλι, και περίμεναν. Τα μεσάνυχτα ήρθαν τα καλικαντζαράκια, και ετοιμάστηκαν να δουλέψουν. Δουλειά δεν βρήκαν παρά μόνο τα ρουχαλάκια τους. Στην αρχή απόρησαν, αλλά μετά δεν ήξεραν τι να κάνουν από την χαρά τους! Χόρευαν, πηδούσαν, γελούσαν! Ύστερα ντύθηκαν και άρχισαν να τραγουδούν.
                                                      Είμαστε όμορφα ντυμένοι 
                                                      και ποδεμένοι, και στολισμένοι,
                                                      με τόση λεβεντιά ,και χάρη 
                                                      γιατί κάνουμε τον τσαγκάρη!
 Έτσι χόρευαν, τραγουδούσαν, και πηδούσαν πάνω στις καρέκλες, και στα τραπέζια με χαρά πολύ. Τέλος βγήκαν από την πόρτα, και έφυγαν. Δεν ξαναγύρισαν ποτέ. Ο παπουτσής και η γυναίκα του έζησαν καλά και πλούσια, και εμείς καλύτερα!

 Καλή ανάγνωση!
  Διασκευη: Μαρια Καρακιτσιου




 

  ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ....ΟΙ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ  Στην άκρη ενός μικρού χωριού, σε ένα μικρό σπιτάκι ζούσε κάποτε μια μάνα, η κυρά-Λένη, με τη...